Μετά από αίτημα των Legends 2004, ο Κερκυραίος πρώην διεθνής διαιτητής ήταν εκείνος που σφύριξε και το τέταρτο παιχνίδι τους απέναντι (και) στην Εθνική Ισπανίας, που έγινε στο Παμπελοποννησιακό.
- «Το μυστικό της ζωής είναι να βρεις ένα σημείο να σταθείς και μια αξία να υπερασπιστείς!» είναι το μότο του.
- «Νομίζω, πως αποτελεί ακόμη μια επιβράβευση για την πορεία και τη στάση που είχα όλα αυτά τα χρόνια ως διαιτητής.»
- «Η μεγαλύτερη παρακαταθήκη μου είναι οι έξι συνεχόμενες βραβεύσεις από τους ποδοσφαιριστές»
- «Οι νέοι διαιτητές να ξεκινούν βήμα βήμα με αξιοπρέπεια, ακεραιότητα κι αν αξίζουν να παίξουν ψηλά, θα παίξουν.»
Η αλήθεια είναι πως από τη στιγμή που για έξι συναπτά χρόνια ψηφίζοταν από τους επαγγελματίες ποδοσφαιριστές ως ο κορυφαίος Έλληνας διαιτητής, θα ήταν κι εκείνος που θα… ακολουθούσε τους Μύθους του Ελληνικού Ποδοσφαίρου στα δικά τους παιχνίδια επίδειξης, με φιλανθρωπικό -πάντα- χαρακτήρα.
Ο λόγος, φυσικά, για τον Τάσο Κάκο, τον άλλοτε κορυφαίο Έλληνα ρέφερι, ο οποίος, πριν λίγες ημέρες, μετά από αίτημα (για ακόμη μια φορά) των Legends 2004 (ή αλλιώς, η Εθνική που κατέκτησε το Euro), ήταν εκείνος που διεύθυνε το παιχνίδι τους κόντρα στην Εθνική Ισπανίας της αντίστοιχης εποχής, στο Παμπελοποννησιακό Στάδιο της Πάτρας.
Σε ένα αγώνα, που, φυσικά, ήταν για καλό σκοπό αφού μέρος των εσόδων πήγαν στον Σύλλογο Καρκινοπαθών Εθελοντών Ιατρών και του Χαμόγελου του Παιδιού Πάτρας.
Κι ήταν όλοι εκεί, βεβαίως (πλην Βρύζα)…
Επ’ αφορμή, λοιπόν, αυτής της σπουδαίας αναμέτρησης, ο Τάσος Κάκος παραχώρησε μια μεγάλη συνέντευξη στο Corfu Magazine, στην οποία μίλησε τόσο για το σημαντικό αυτό παιχνίδι, όσο όμως και για την συνολική του πορεία στο χώρο της διαιτησίας όλα αυτά τα χρόνια, συμβουλεύοντας παράλληλα τους νέους διαιτητές, ούτως ώστε να προσπαθήσουν να πραγματοποιήσουν μια καθαρή πορεία στο χώρο, όπως ο ίδιος έπραξε αυτά τα 16 (ακριβώς) χρόνια.
Μια πορεία, που ολοκληρώθηκε στο pick της (σε μια απόφαση, που παίζει ρόλο η προσωπικότητα του καθενός), κι ενώ, πλέον η Ελληνική διαιτησία δεν είναι στα… καλύτερά της. Χαρακτηριστικό δείγμα, άλλωστε, το γεγονός ότι για πρώτη φορά, σε τελικό Κυπέλλου Ελλάδας είχαμε τρεις ξένους διαιτητές με τον τέταρτο να είναι Έλληνας. Αλήθεια, πιστεύετε πως με Κάκο παρόντα θα γινόταν κάτι τέτοιο; Δε νομίζουμε… Άλλη κλάση…
ΕΡ:Τι μνήμες, τι συναισθήματα σου “ξύπνησε” η συμμετοχή σε αυτό το παιχνίδι;
Τ.Κ:Καταρχήν είναι μεγάλη τιμή να παίζω ένα τέτοιο παιχνίδι. Πόσο μάλλον, όταν οι ίδιοι οι διεθνείς είναι αυτοί που με κάλεσαν να το σφυρίξω. Έχουν παίξει τέσσερα παιχνίδια και στα τέσσερα με κάλεσαν να τα διευθύνω. Νομίζω, πως αποτελεί ακόμη μια επιβράβευση για την πορεία και τη στάση που είχα όλα αυτά τα χρόνια ως διαιτητής. Πρόκειται για μια μοναδική εμπειρία, ειδικά όταν το παιχνίδι με την Ισπανία στο Euro 2004 έφερε και την πρόκριση.
ΕΡ:Πλέον, η διαιτησία αποτελεί παρελθόν για εσένα. Αλήθεια, πως είναι πλέον η ζωή του Τάσου Κάκου;
Τ.Κ: Ήταν μια επιλογή, που ήρθε μετά από πολύ ώριμη σκέψη, την είχα δουλέψει στο μυαλό μου για περίπου δύο χρόνια. Απλά περίμενα να σπάσω κάποια ρεκόρ τα οποία χρειάζοταν κάποιο χρόνο για να συμβούν. Αν τα είχα κάνει νωρίτερα, θα είχα σταματήσει νωρίτερα. Το λέω αυτό, γιατί θεωρώ πως η μεγαλύτερη επιτυχία είναι να σταματήσει κανείς στο αποκορύφωμα της καριέρας του.
Εγώ το πέτυχα αυτό, κι είμαι από τους ελάχιστους που έφυγαν καλά από τη διαιτησία. Έφτασα τόσο καλά στο φινάλε της καριέρας μου, που κι εγώ να είχα κάνει το σενάριο δεν θα ήταν τόσο όμορφο.
ΕΡ:Μέχρι κι η ημερομηνία βοήθησε… 26 Απριλίου του 1998 ξεκίνησες, 26 Απριλίου 2014 σταμάτησες.
Τ.Κ:Ήταν κι αυτό σημαδιακό… Έδειχνε ότι ένας κύκλος κλείνει και μάλιστα, με ένα πολύ μεγάλο παιχνίδι (σ.σ. Τελικός Κυπέλλου ΠΑΟΚ-ΠΑΟ, και μάλιστα, ήταν κοινής αποδοχής, όπως σε όλους τους τελικούς, άλλωστε). Είναι αυτό που είπα και νωρίτερα για το… σενάριο. Τέλος, σε ένα τελικό κοινής αποδοχής, ως καλύτερος διαιτητής από τους ποδοσφαιριστές, στην κατηγορία των 1st class των διεθνών διαιτητών, έχοντας σπάσει όλα τα ρεκόρ που μπορούσα, συν την ημερομηνία.
Πιστεύω, πως όλα αυτά δεν έγιναν από μόνα τους. Θεωρώ, πως είχα τη βοήθεια του Αγ. Σπυρίδωνα, είμαι σίγουρος γι’ αυτό, γιατί μόνο έτσι θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν όλα αυτά.
ΕΡ:Αλήθεια, το πρώτο σου παιχνίδι στο τοπικό το θυμάσαι;
Τ.Κ:Φυσικά. Το πρώτο παιχνίδι μου στο τοπικό ήταν στο γήπεδο του Κοντοκαλίου, έπαιζαν Ολυμπιακός Μαντουκιού-Κανάλια. Ήταν εύκολο παιχνίδι, γιατί η διαφορά δυναμικότητας των ομάδων ήταν μεγάλη.
ΕΡ:Καλά, θυμάσαι και πως ήταν το παιχνίδι;
Τ.Κ:Τα θυμάμαι, όλα πολύ χαρακτηριστικά. Αλλά, και να θέλω να τα ξεχάσω δεν γίνεται, γιατί κρατάω σε αρχείο με λεπτομέρειες όλη την ενασχόλησή μου με τον αθλητισμό. Είναι πολύ σημαντικό, γιατί μέσα σε αυτό μπορώ να βρω οτιδήποτε έχω κάνει…
ΕΡ:Μέσα σε αυτά τα 16 χρόνια, φαντάζομαι πως υπάρχουν καλές αλλά και κακές στιγμές. Αλήθειες, για σένα, ποιες είναι αυτές;
Τ.Κ:Εξωαγωνιστικά, η μεγαλύτερη παρακαταθήκη μου είναι οι έξι συνεχόμενες βραβεύσεις από τους ποδοσφαιριστές. Αυτό είναι κάτι που δεν το αλλάζω με τίποτα, όπως και το τέλος της καριέρας μου, που ήταν ιδανικό.
Αγωνιστικά, τώρα, η διαιτησία έχει να κάνει κυρίως με το πως την προσεγγίζεις. Εγώ τη διαιτησία την έβλεπα ως ένα άθλημα. Ήμουν αθλητής και μετά ήμουν διαιτητής. Οπότε, αυτή η προσέγγισή μου ήταν τελείως διαφορετική από πολλούς. Πάντα το απολάμβανα, είτε εντός είτε εκτός αγωνιστικού χώρου. Είχα δική μου κατηγορία.
Από κει και πέρα, εκτός Ελλάδας ένα παιχνίδι που δεν θα ξεχάσω ποτέ, είναι το Καζακστάν-Γερμανία το 2013 για ιδιαίτερους λόγους. Πρώτον ήταν ένα παιχνίδι της μετέπειτα Πρωταθλήτριας Κόσμου, στην προκριματική φάση. Επίσης, ο αγώνας ξεκίνησε στις 12 το βράδυ, τοπική ώρα, ενώ, η διαφορά θερμοκρασίας εντός κι εκτός γηπέδου ήταν 41 βαθμοί. -25 εκτός (του κλειστού) γηπέδου, 16 εντός. Συν, ότι το γήπεδο ήταν sold out με θεατές από Κίνα και Ιαπωνία.
Επίσης θα θυμάμαι πάντα και το Τότεναμ-Χαρτς (0-0, το 2011) για τα πλέι οφ του Europa League. Διότι ήταν ένα όνειρό μου να σφυρίξω ένα βρετανικό παιχνίδι.
Εντός Ελλάδας, βεβαίως, είναι δεδομένο πως το παιχνίδι που ξεχωρίζω με διαφορά από τα υπόλοιπα είναι ο τελικός Κυπέλλου Ολυμπιακός-ΑΕΚ (2009), που χαρακτηρίστηκε άλλωστε ως ο κορυφαίος αγώνας όλων των εποχών. Μετά από αυτό το παιχνίδι και να σταματούσα δεν είχα κανένα πρόβλημα.
Όσον αφορά, τώρα, τις άσχημες στιγμές… Θυμάμαι ένα παιχνίδι Κυπέλλου, ανάμεσα στον ΟΦΗ και τον Ατρόμητο, στο Ηράκλειο. Οι Κρητικοί προηγούνταν 2-0, ωστόσο οι φιλοξενούμενοι μείωσαν σε 2-1 στις καθυστερήσεις και πήραν την πρόκριση. Μετά έγιναν διάφορα επεισόδια τα οποία δεν ήταν δικαιολογημένα και με έκαναν να σκεφτώ τι ρόλο παίζω εγώ σε αυτό πράγμα. Ήταν κάτι πολύ ξένο για μένα. Είχα στοχοποιηθεί… Ωστόσο, θεωρώ πως μέσα αυτά τα παιχνίδια καταξιώνεσαι. Γιατί είχα πάρει μια δύσκολη απόφαση στο τέλος, από την οποία προήλθε το γκολ του Ατρομήτου. Αυτό όμως πρέπει να κάνει ένας διαιτητής για να ξεχωρίσει, να μην φοβάται και να παίρνει τις δύσκολες αποφάσεις.
ΕΡ:Η διαιτησία σήμερα… Η φετινή σεζόν χαρακτηρίστηκε, νομίζω έντονα, από δύο στιγμές. Η πρώτη ήταν η απόφαση Κομίνη στην Τούμπα με την ακύρωση του γκολ του ΠΑΟΚ, κόντρα στην ΑΕΚ, αλλά κι ότι ακολούθησε, καθώς, και η επιλογή της ΕΠΟ να ορίσει ξένους διαιτητές, με Έλληνα τέταρτο, στον τελικό του Κυπέλλου. Αρχικά, τι θεωρείς πως είχε στο μυαλό του ο Κομίνης σε εκείνη την κομβική στιγμή αλλά και πως σου φάνηκε αυτή η… αλλαγή στον τελικό;
Τ.Κ:Άυτό που θέλω να πω είναι πως ο κάθε διαιτητής θα πρέπει να είναι πολύ καλά προετοιμασμένος, σε παιχνίδια τέτοιας σημασίας που κρίνεται ένας τίτλος. Και να είναι έτοιμος σε οτιδήποτε προκύψει. Δηλαδή, πρέπει να έχει παίξει το παιχνίδι στο μυαλό του πολλές φορές, με όλες τις δυνατές περιπτώσεις που μπορεί να του συμβούν και να έχει έτοιμες της αντιδράσεις του. Προφανώς δεν είχε κάνει την κατάλληλη προετοιμασία και συνέβη ότι συνέβη.
Για την περίπτωση του τελικού του Κυπέλλου, δεν θα ήθελα να το σχολιάσω.
ΕΡ:Γενικά, πάντως, βλέπουμε πως η διαιτησία βρίσκεται σε μια πτωτική πορεία… Εσύ που ήσουν από τους κορυφαίους διαιτητές της Ελλάδας των τελευταίων πολλών ετών, τι θα συμβούλευες τους νέους διαιτητές να πράξουν ώστε να μπουν σε αυτό το χώρο και να έχουν μια καλύτερη πορεία;
Τ.Κ:Η συνταγή είναι μια και μοναδική. Να μην έχουν αυτοσκοπό να παίξουν στη μεγάλη κατηγορία. Γιατί όποιος μπει με αυτό το σκοπό, τότε, θα μπλέξει με άλλα μονοπάτια. Να ξεκινούν βήμα βήμα με αξιοπρέπεια, με ακεραιότητα κι αν αξίζουν να παίξουν ψηλά, θα παίξουν. Διότι, αν υπάρχει αυτοσκοπός στην προσπάθειά τους, τότε, είναι βέβαιο, με μαθηματική ακρίβεια, πως η όλη πορεία θα έχει ημερομηνία λήξης με κακή κατάληξη. Όταν υπάρχει ικανότητα και καθαρό μυαλό, τότε, θα υπάρχει δικαίωση… Κι ο καθένας θα πάρει ότι του αξίζει. Γιατί αν φτάσει κάποιος, κάπου που δεν το αξίζει και δεν το έχει κάνει καθαρά, τότε αυτό θα τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή. Γι΄αυτο λέω στους διαιτητές να επιλέξουν τι θέλουν να είναι… Ένα διχασμένο πνεύμα ή ένας διαιτητής που έκανε το καθήκον του, με αξιοπρέπεια αρχές και αξίες. Όλα είναι θέμα επιλογής.
ΕΡ:Αποθημένα από τη διαιτησία σου έμειναν; Κάτι που δεν πρόλαβες να κάνεις;
Τ.Κ:Αποθημένο δεν έχω κάτι… Όχι… Όλα είναι θέμα επιλογής. Αν ανέβαινα μια ακόμη κατηγορία, στην Elite, τότε θα έπαιζα σε τελική φάση Euro και Μουντιάλ, όμως, η επιλογή μου να μείνω αυτός που ήμουν, ήταν κι ο παράγοντας που δεν έπαιξα σε τόσο μεγάλη διοργάνωση.
ΕΡ:Θεωρείς, πως αν είχες ξεκινήσει τη διαιτησία σε μικρότερη ηλικία, θα είχες προλάβει να κάνεις κι άλλα πράγματα;
Τ.Κ:Όταν ξεκίνησα, κι ο Πρόεδρος του Συνδέσμου, ο κ. Ασπιώτης δεν πίστευε (αν και μου έλεγε ότι θα τα καταφέρω) πως θα φτάσω στη Β’ εθνική, γιατί η ηλικία μου ήταν απαγορευτική. Για μένα η διαιτησία ήταν ένα στοίχημα. Έλεγα πως όσο ανεβαίνω κατηγορίες θα συνεχίζω. Μέσα σε εφτά χρόνια έφτασα στη Super League, όταν ο μέσος όρος είναι στα δεκατρία χρόνια. Κέρδισα το χρόνο που είχα χάσει, ξεκινώντας μεγάλος σε ηλικία.
Ίσως όμως, το γεγονός ότι ξεκίνησα μεγάλος, ήταν και θετικό. Γιατί τότε ήμουν σε μια ηλικία που ήξερα τι ήθελα και είχα την ωριμότητα να αντιμετωπίσω τις όποιες καταστάσεις συνάντησα. Συν ότι είχα παίξει ποδόσφαιρο, κάτι που για μένα είναι πολύ βασικό, τουλάχιστον το 50% για ένα διαιτητή.
ΕΡ:Θα σε ενδιέφερε να ασχοληθείς με το διοικητικό κομμάτι της διαιτησίας;
Τ.Κ:Υπό κάποιες συνθήκες θα με ενδιέφερε. Όμως, νομίζω πως οι συνθήκες δεν είναι οι κατάλληλες ακόμη. Τουλάχιστον για μένα, με τον τρόπο που σκέφτομαι και ενεργώ. Ελπίζω κάποια στιγμή τα πράγματα να αλλάξουν για το καλό του ποδοσφαίρου και της διαιτησίας, αν και δεν είμαι πολύ αισιόδοξος.
ΕΡ:Θέλω να ρωτήσω, τι σκέφτεσαι, όταν πολλοί λένε, πως ο Κάκος είναι απόμακρος, ότι είναι δύσκολος χαρακτήρας κτλ…
Τ.Κ:Πάντα με ενδιέφερε η γνώμη των ειδικών. Και νομίζω πως οι ποδοσφαιριστές, τόσα χρόνια δίνουν την απάντηση. Σίγουρα, η ιδιότητα του διαιτητή δεν είναι η πιο αγαπητή κι έτσι βρίσκεται στο στόχαστρο σχετικών αλλά και άσχετων. Ωστόσο, εγώ πάντα ήμουν προσηλωμένος στο στόχο μου και δεν με άγγιζε τίποτα. Ακούγεται, μεν, εγωϊστικό, όμως, είναι ο μόνος τρόπος για να πετύχεις. Πάντα, υπολόγιζα και δεχόμουν την κριτική μόνο από τους ανθρώπους που θεωρώ πως έχουν αξία. Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί που δεν είναι ευχαριστημένοι από την ζωή τους και «ζουν» με τις ζωές άλλων.
ΕΡ:Αλήθεια, όταν έπαιζες ποδόσφαιρο, εσύ πως φερόσουν στους διαιτητές;
Τ.Κ:Όχι, ποτέ δεν είχα ασχοληθεί με κανένα διαιτητή. Φαντάσου πως όταν ξεκινούσα ως διαιτητής δεν γνώριζα ούτε καν πως δείχνουν τις αποφάσεις τους οι διαιτητές (γέλια). Ήμουν τόσο μακριά από αυτό.
Σε εφτά χρόνια απ’ τα τοπικά στη Super League!
Η διαιτητική πορεία του Κάκου ξεκίνησε στα τοπικά πρωταθλήματα της Κέρκυρας στις 26 Απριλίου 1998. Τον Ιούλιο του 2000 προβιβάστηκε στη Δ’ εθνική, το Νοέμβριο του 2001 στη Γ΄εθνική, ενώ, μέχρι το Νοέμβριο του 2002 είχε γίνει ρέφερι Β’ εθνικής. Ο προβιβασμός του στη μεγάλη κατηγορία κόπιασε τον Ιούλιο του 2004.
Δηλαδή, μέσα σε μια εφταετια βρέθηκε από το τοπικό ποδόσφαιρο στα “σαλόνια” του ελληνικού football (με τέσσερις ανόδους σε τέσσερα χρόνια, στις εθνικές κατηγορίες)
Το Σεπτέμβριο του 2007 χρίστηκε διεθνής διαιτητής UEFA-FIFA, τον επόμενο Δεκέμβριο ανέβηκε στη Β’ κατηγορία της διεθνούς διαιτησίας ενώ, το Δεκέμβριο του 2009 έφτασε στην Α’ κατηγορία.
Το διαιτητικό του φινάλε κόπιασε την ίδια ημέρα και μήνα με το ντεμπούτο, 16 χρόνια μετά. Αφού, στις 26 Απριλίου 2014 σφύριξε για τελευταία φορά ποδοσφαιρικό παιχνίδι, στον τελικό ανάμεσα σε Παναθηναϊκό και ΠΑΟΚ.
Tα ρεκόρ του!
Ο Τάσος Κάκος είναι ο διαιτητής που έχει σφυρίξει τα περισσότερα παιχνίδια, ever, στη Super League. Συνολικά 141. Μεταξύ αυτών, μάλιστα, και έξι συνεχόμενοι άτυποι τελικοί των play off, ενώ, έχει “αναλάβει” και τα περισσότερα ντέρμπι. Ένα εκ των οποίων (ΠΑΟ-Ολυμπιακός, το 2012) το διέκοψε οριστικά, κάτι που δεν είχε ξανασυμβεί.
Ακόμα, μετρά και 74 διεθνείς αγώνες στο ενεργητικό του (ο πρώτος Έλληνας διαιτητής που σφύριξε σε αγώνα με έξι διαιτητές, στην αναμέτρηση της Σπάρτα Πράγας με την Παλέρμο για το Europa League).
Επίσης, εχει διευθύνει τους περισσότερους τελικούς Κυπέλλου Ελλάδας, τέσσερις στο σύνολο όλοι κοινής αποδοχής, οι τρεις συνεχόμενοι (2009: ΑΕΚ-Ολυμπιακός/ο καλύτερος όλων των εποχών, 2010: Άρης-ΠΑΟ, 2011: ΑΕΚ-Ατρόμητος).
Ενώ, ως γνωστόν, έχει βραβευθεί έξι συνεχόμενες χρονιές ως ο κορυφαίος Έλληνας διαιτητής από τους επαγγελματίες ποδοσφαιριστές.
Τέλος αξίζει να σημειωθεί πως από το 2000 έως το 2014 ήταν μονίμως πρώτος στα αγωνιστικά τεστ των διαιτητών, όντας κάτοχος του Πανελληνίου ρεκόρ. Ενώ, και στην ευρωπαϊκή του πορεία, κατείχε πάντα την πρωτιά σε αυτά τα τεστ, με προπονητή το Νίκο Μόσχο.